Παρασκευή 21 Νοεμβρίου 2008

Αρχοντόμαγκες Ρεμπέτες!

Οι ρεμπέτες.Η λέξη 'ρεμπέτης' προέρχεται από την τούρκικη λέξη 'ρεμπετ' που σημαίνει άτακτος, αλανιάρης. Οι ρεμπέτες ήταν άνθρωποι της φυλακής, της παρανομίας, του περιθωρίου, της φτωχολογιάς. Γενικά ήταν άνθρωποι κατατρεγμένοι, με βάσανα και με καημούς και απείχαν από τους ρυθμούς ζωής της 'πολιτισμένης' κοινωνίας. Είχαν, ούτε λίγο ούτε πολύ, αναπτύξει έναν δικό τους τρόπο ζωής. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι ήταν και επικίνδυνοι ή εγκληματίες, απλώς στην πλειοψηφία τους είχαν αναπτύξει συνήθειες που έρχονταν σε σύγκρουση με τους νόμους του κράτους (κάπνισμα χασίς, φασαρίες κ.τ.λ.) και κατέληγαν πολλές φορές στη φυλακή.Πολλοί υποστηρίζουν ότι το ρεμπέτικο τραγούδι γεννήθηκε στην φυλακή και στον τεκέ. Πράγματι η φυλακή και ο τεκές ήταν οι χώροι που οι ρεμπέτες έγραψαν και τραγούδησαν τα τραγούδια τους, τα βάσανα και τους καημούς. Απ' την φυλακή πέρασαν πολλοί γνωστοί σήμερα ρεμπέτες, άλλοι για μικροαδικήματα ενώ άλλοι όχι και έζησαν την φρίκη και τις δυσκολίες της. Εκεί με αυτοσχέδια όργανα (συνήθως μπαγλαμαδάκια που ήταν μικρά σε μέγεθος και κρυβόντουσαν εύκολα) έγραψαν πολλές μελωδίες και τραγούδησαν τον πόνο τους ,την αδικία της κοινωνίας και την ζωή τους. "Η φυλακή είναι σχολείο" λέει ένα παλιό μουρμούρικο τραγούδι. Γενικά, οι φυλακές αποτέλεσαν βασικό στοιχείο στην θεματολογία του ρεμπέτικου τραγουδιού.Ο δεύτερος σημαντικός χώρος ήταν ο τεκές. Οι ρεμπέτες και οι μάγκες των πόλεων είχαν την κακή συνήθεια του καπνίσματος χασίς. Στις αρχές του 20ου αιώνα μαζευόντουσαν στους τεκέδες όπου κάπνιζαν κατά ομάδες ναργιλέ με τούρκικο χασίς. Μέσα σε αυτούς τους αυτοσχέδιους πολλές φορές τεκέδες υπήρχαν οργανοπαίχτες που συνόδευαν την παρέα. Ο Μάρκος Βαμβακάρης στην αυτοβιογραφία του εξηγεί πως άρχισε να παίζει μπουζούκι και να γίνεται γνωστός μέσα σε τεκέδες. Η χρήση χασίς ,βέβαια, ήταν παράνομη αλλά οι νόμοι δεν εφαρμόζονταν κατά γράμμα. Επί δικτατορίας Μεταξά ,όμως, οι χρήστες χασίς κυνηγήθηκαν άγρια και φυλακίστηκαν. Οι μάγκες και οι ρεμπέτες κάπνιζαν χασίς σε λόφους ή και σε σπηλιές. Υπήρχαν βέβαια, και τα πιο σκληρά ναρκωτικά στον υπόκοσμο των πόλεων και μερικοί ρεμπέτες βούτηξαν σε αυτά , όπως ο Ανέστος Δελιάς που πέθανε από υπερβολική δόση ηρωίνης στα 28 του χρόνια.Οι ρεμπέτες όμως είχαν αναπτύξει την δική τους κοινωνία μέσα στην κοινωνία. Συγκεκριμένο ντύσιμο (κουτσαβάκηδες), ιδιαίτερη διάλεκτο (αργκό), αισθηματική ζωή πολυτάραχη. Οι πιο πολλοί είχαν τις δουλειές τους και προσπαθούσαν να τα βγάλουν πέρα. Η μουσική , βασικό κομμάτι της ζωής τους, ήταν μέσο έκφρασης των συναισθημάτων τους και έτσι μοιράζονταν τα προβλήματα με τους γύρω. Μερικά από αυτά τα προβλήματα , όπως η έλλειψη παιδείας, η φτώχια και το χαμηλό κοινωνικό επίπεδο βρήκαν, πιθανότατα, διέξοδο στο χασίς και τη μουσική. Παρόλα αυτά δεν έπαψαν να πιστεύουν στα ιδανικά τους. Η αξιοπρέπεια και η τιμή ήταν βασικό μέλημα τους, η αγάπη προς την γυναίκα και ιδιαίτερα προς την μάνα ξεχωριστή, η φιλία, η αλληλεγγύη και η αλληλοβοήθεια δείχνει την μεγαλοψυχία τους.Οι άνθρωποι που ασχολήθηκαν με το ρεμπέτικο δεν ήταν μόνο οι μάγκες του Πειραιά. Υπήρχαν και οι Έλληνες πρόσφυγες από τα παράλια της Μικράς Ασίας, οι οποίοι διατήρησαν το Σμυρναίικο στυλ στο ρεμπέτικο τραγούδι και συνδέθηκαν αρκετά με τους μάγκες των πόλεων (είχαν και αυτοί για παράδειγμα την συνήθεια του καπνίσματος χασίς...). Τέλος, ένα άλλο μεγάλο κεφάλαιο αποτελούν οι γυναίκες του ρεμπέτικου τραγουδιού, που κι αυτές κρατάνε μια διαφορετική στάση σε σχέση με αυτήν της "καλής κοινωνίας" ή των γυναικών της υπαίθρου. Γυναίκες όπως η Στέλλα Χασκίλ, η Ιωάννα Γεωργακοπούλου, η Σωτηρία Μπέλλου (μεταπολεμικά), η Νταίζη Σταυροπούλου (ηχογράφησε μόνο 28 τραγούδια) ή οι τραγουδίστριες του Σμυρναίικου-ρεμπέτικου όπως η Αμπατζή, η Εσκενάζη, η Παπαγκίκα, η Πολίτισσα άφησαν το στίγμα τους στο ρεμπέτικο τραγούδι.